Δείτε το άρθρο από τη Πηγή: topontiki.gr
20 Ιανουαρίου 2019
Του Δημήτρη Μηλάκα
Οι διεθνείς Συμφωνίες κατά κανόνα αποκρυσταλλώνουν τον συσχετισμό δύναμης μιας συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής. Περιγράφουν με άλλα λόγια τον συμβιβασμό που είναι διατεθειμένοι ή υποχρεωμένοι να κάνουν οι εμπλεκόμενοι σε συνάρτηση με τη δύναμη που διαθέτουν σε ένα δεδομένο διεθνές περιβάλλον.
Ας δούμε λοιπόν αυτό το Διεθνές Περιβάλλον που γέννησε τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Μετά την ανοιχτή σύγκρουση στη Ουκρανία, που
ουσιαστικά έχει ακρωτηριάσει (κατάληψη από τους Ρώσους της Κριμαίας) και διχοτομήσει τη χώρα, οι διευθετήσεις στα δυτικά Βαλκάνια είναι επείγουσα προτεραιότητα για τους Αμερικανούς.
H τοποθέτηση της περιοχής κάτω από την ομπρέλα του ΝΑΤΟ εξασφαλίζει στην Ουάσιγκτον την ρυμούλκηση του συνόλου των Ευρωπαίων συμμάχων της στην αντιρωσική της ατζέντα.
Πέρα ή παράλληλα με τη διευθέτηση του «μακεδονικού», οι Αμερικανοί πραξικοπηματικά φρόντισαν να ρυμουλκήσουν στην νατοϊκή σφαίρα το Μαυροβούνιο και προετοιμάζουν ανάλογες κινήσεις και στο Κοσσυφοπέδιο.
Η ενσωμάτωση και της Σερβίας αποτελεί το τέλος αυτού του σχεδιασμού, ο οποίος θα προκύψει αφού ολοκληρωθούν οι υπόλοιπες διευθετήσεις και περάσει ο απαραίτητος χρόνος για να ατονήσουν οι μνήμες του σερβικού λαού, τόσο όσο χρειάζεται να αιτηθούν την ένταξή τους στη συμμαχία που τους βομβάρδισε.
Η Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας υπάρχει όλα αυτά τα χρόνια ως αμερικανικό προτεκτοράτο .
Οι Αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις βρίσκονται επί τόπου, οι Αμερικανοί σταμάτησαν τον «εμφύλιο» μεταξύ Σλάβων και Αλβανών, στους Αμερικανούς δίδουν διαπιστευτήρια οι κυβερνήσεις της ΠΓΔΜ προσφέροντας συμβολικά στρατιωτικές δυνάμεις για τις αμερικανικές εκστρατείες.
Οι Αμερικανοί τέλος μαγείρεψαν το σημερινό πολιτικό στα Σκόπια και αυτοί φρόντισαν να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες κύρωσης της Συμφωνίας από αυτήν τη χώρα.
Η καλλιέργεια μιας στρατηγικής ελληνοαμερικανικής σχέσης όπως αυτή προέκυψε μετά την συνάντηση Τραμπ – Τσίπρα στην Ουάσιγκτον, συμπίπτει με την ανάγκη της Ουάσιγκτον να διατηρήσει τα στρατιωτικά της προγεφυρώματα στην περιοχή ειδικά μετά την καχυποψία που χαρακτηρίζει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και της έντασης του αμερικανορωσικού ανταγωνισμού.
Η δύσκολη (οικονομικά) θέση της Αθήνας και η ανάγκη της ελληνικής κυβέρνησης για ισχυρή υποστήριξη έκανε εφικτή την επαναβεβαίωση και από την κυβέρνηση της αριστεράς των δεσμών εξάρτησης της χώρας από την Ουάσιγκτον.
Υπάρχουν πολλές αφετηρίες από τις οποίες μπορεί κάποιος να ξεκινήσει να παρατηρεί την εξέλιξη των πραγμάτων στην γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας.
Κάποιοι ξεκινούν από τα χρόνια του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Γι άλλους το σημείο εκκίνησης είναι ο Παύλος Μελάς κι ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Η ασφαλέστερη ωστόσο οδός για την εξαγωγή συμπερασμάτων (και την διαμόρφωση θέσεων) είναι η τοποθέτηση του «μακεδονικού» στο σημερινό διεθνές περιβάλλον και η χωρίς ψευδαισθήσεις ανάλυση και κατανόηση των συσχετισμών δύναμης. Πρόκειται για μια απαιτητική διαδικασία την οποία θα πρέπει να παραδεχτούμε έχει αποφύγει να αναλάβει το ελληνικό πολιτικό σύστημα (κυβέρνηση- αντιπολίτευση) καθ ότι συνεπάγεται πολιτικά κόστη.
Είναι λοιπόν προφανές και αναμενόμενο ότι εκεί που διαπιστώνεται αδυναμία και έλλειψη στρατηγικής να εμφανίζεται ο καιροσκοπισμός και τα επακόλουθά του.
Η κυβέρνηση εμφανίζεται να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία επίλυσης του «μακεδονικού», κρύβοντας ότι ουσιαστικά το μόνο που ανέλαβε ήταν η προώθηση της αμερικανικής ατζέντας.
Η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται να διαφωνεί με το αποτέλεσμα (Συμφωνία των Πρεσπών), παρ ότι αυτή προκύπτει ως αποτέλεσμα (και) των δικών της στρατηγικών επιλογών που συνεπάγονται από την αποδεκτή εξάρτηση της χώρας από την αμερικανική βούληση και το ΝΑΤΟ.
Η ελληνική κοινωνία αναζητά απαντήσεις ανατρέχοντας σε… μεγαλέξανδρους, παρακολουθώντας ταυτόχρονα τις πιρουέτες των βουλευτών που διαμορφώνουν τους πολιτικούς συσχετισμούς με κριτήριο μια καρέκλα, μια θητεία, ένα πόστο.
Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι λοιπόν ένας συμβιβασμός για τον οποίο ούτε το πολιτικό σύστημα προετοιμάστηκε να τον αντιμετωπίσει συντεταγμένα, ούτε η ελληνική κοινωνία για να τον αποδεχτεί.
Το κόστος αυτής της προχειρότητας (και πολιτικού καιροσκοπισμού) για την αντιμετώπιση ενός ζητήματος με ιστορικό βάθος είναι ήδη προφανές στο πολιτικό σκηνικό της χώρας και τη διχασμένη ελληνική κοινωνία.
Ωστόσο το πραγματικό τίμημα θα εμφανιστεί προς είσπραξη μεταχρονολογημένο στο (όχι και τόσο μακρινό) μέλλον.
Πηγή: topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου