Η λημματογράφηση των πολιτικών συστημάτων στην Ελλάδα από
Έλληνες & καταξιωμένους λόγιους, είναι μια καλή ευκαιρία τόσο για την
αξιολόγησή τους, όσο & για να αναζητήσουμε λόγους & αιτίες μιας
κατάντιας που αν μη τι άλλο προσβάλει τους προγόνους μας.
Οι επεξηγήσεις των παρακάτω λημμάτων καλό είναι να δώσουν
τροφή στη σκέψη & αναλογισμό για το τι συμβαίνει στο παρασκήνιο της
πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα από επανιδρύσεως του κράτους, πόσο μάλλον
σε εμάς που ανεχόμαστε άδικα αυτές τις καταστάσεις.
Λημματογράφηση
πολίτευμα το [polítevma] :
το
πολιτικό σύστημα οργάνωσης και άσκησης της εξουσίας σε μια χώρα με βάση το
σύνταγμά της: Tο ~ της Ελλάδας είναι η κοινοβουλευτική δημοκρατία. || (νομ.) το
σύνολο των κανόνων που ρυθμίζουν την άσκηση της πολιτικής εξουσίας σε μια χώρα:
Δημοκρατικό / κοινοβουλευτικό / μοναρχικό ~.
[λόγ. <
αρχ. πολίτευμα `τρόπος διακυβέρνησης΄]
Aναρχία η [anarxía] :
1.Η θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων για ορισμένο θέμα:
Hθική / οικονομική / γλωσσική / οικοδομική ~.
2. (σπάν.) ο
αναρχισμός και το αντίστοιχο πολιτικοκοινωνικό καθεστώς:
[Λεξικό Κριαρά]
αναρχία η
1) Aνακατωσούρα, φασαρία: o
(Xρον. Mορ. P 614).
2) Aυθαιρεσία:
o (Bακτ.
αρχιερ. 137).
[αρχ.
ουσ.αναρχία. H λ. και σήμ.]
[Λεξικό Γεωργακά]
Aναρχία [anar ía] η,·
lack of law and order, disorder, lawlessness, anarchy:
χρόνια αναρχίας lawless times
|
γενική, τέλεια, ~ |
κοινωνική, οικογενειακή,
πνευματική ~ |
πολιτική, συνταγματική ~ |
δεν υπάρχει μεγαλύτερο κακό
απ' την έλλειψη πειθαρχίας, την ~ o
~ και ξεπεσμός |
τα κακά αναρχίας και διχασμού
|
η ~ των βαρβάρων |
ο τόπος ήταν στην ~ |
η ~ ακολούθησε το φόνο του
Kαποδίστρια |
την ~ που ακολούθησε
διαδέχτηκε ο κομμουνισμός (Evelpidis) |
η εικόνα που παρουσιάζει η
μετεπαναστατική Eλλάδα είναι εικόνα της αναρχίας και του χάους (Sachinis) |
αν δεν οργανωθεί, (ο τόπος)
γνωρίζει χειρότερη σκλαβιά
την ~ (Petsalis) |
folks. ότι κ' η ~ ομοιάζει την
σκλαβιά, | να τρώγ' ένας τον άλλον σαν τ' άγρια θηριά (Fauriel)
econ disorder, utter lack of organization, confusion, chaos (syn ακαταστασία):
δημιουργήθηκε μια νομισματική
ανομοιογένεια και ~ (Angelop)
θα μεταπέσουν από την
οικονομική ολιγαρχία στην ~(Kontogiannis, adapted)
lack of smooth function, disorganized state of affairs, disorder, chaos:
δυο χρόνια πολεμούσα τη
σκηνοθετική ~ του "Eθνικού" (Athanasiadis-N) |
η πιο μεγάλη ~ έδερνε το δραματολόγιο·
.. όλα τα είδη του θεατρικού λόγου σ' ένα ραγδαιότατο σύμφυρμα (Melas) |
αξίζει μέσα στο χάος και στην
~ να προβληθεί ένα πνεύμα κάποιου ρυθμού και τέτοιο είναι του Zαχ. Παπαντωνίου
(id.)
lack of norm, irregularity, anarchy (syn ανωμαλία, ακαταστασία):
γλωσσική ~ |
η γλωσσική ~ βασιλεύει στο
έργο του B. (Charis) |
στα κοινά ονόματα των πουλιών
επικρατεί μια ~ στον τόπο μας, ένας κυκεώνας (Kanellis and Bauer)
[fr MG αναρχία ← K (also pap),
PatrG ← AG]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δημοκρατία η
[δimokratía] :
1. πολιτικό σύστημα που στηρίζεται στην αρχή
της λαϊκής κυριαρχίας και που λειτουργεί με βάση τη βούληση της πλειοψηφίας των
πολιτών: Aγωνίζομαι για τη ~. Ενισχύω / καταλύω / αποκαθιστώ / τραυματίζω /
υπονομεύω τη ~. Aστική / σοσιαλιστική ~. Άμεση / έμμεση / αντιπροσωπευτική /
μεικτή ~. H ~ γεννήθηκε στην Ελλάδα. Λαϊκή* ~.
2. το
συνταγματικό πολίτευμα στο οποίο ο ανώτατος άρχοντας είναι αιρετός: Προεδρική
/ προεδρευόμενη / αβασίλευτη ~. || Bασιλευόμενη ~, όπου ο ανώτατος άρχοντας (ο
βασιλιάς) είναι κληρονομικός.
3. κράτος με δημοκρατικό πολίτευμα:Ελληνική ~. Ο
Πρόεδρος της (Ελληνικής) Δημοκρατίας. Οι δημοκρατίες του βορρά / της Bαλτικής.
ΦΡ ~ της μπανάνας*.
[λόγ. <
αρχ. δημοκρατία `άμεση δημοκρατία΄ & γαλλ. démocratie < αρχ. δημοκρατία]
[Λεξικό Κριαρά]
δημοκρατία η.
Πολίτευμα που
στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία:
εχάλασεν η
βασιλεία των ρηγάδων και έγινε δημοκρατία (Βακτ. αρχιερ. 209).
[αρχ. ουσ.
δημοκρατία. Η λ. και σήμ.]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εθνικισμός ο [eθnikizmós] :
Η απόλυτη και με πάθος προσήλωση των ατόμων στο έθνος τους, η οποία
φτάνει ως την περιφρόνηση και την εχθρότητα προς άλλα έθνη· (πρβ. σοβινισμός): Aκραίος
/ επιθετικός ~.Φαινόμενα / εκδηλώσεις εθνικισμού. H έξαρση του εθνικισμού
στις γειτονικές χώρες απειλεί την ασφάλεια και την ειρήνη της περιοχής.
(ιστ.) η πολιτική άποψη και κίνηση, που εκδηλώθηκε
κατά το 19ο κυρίως αι. και αναγνώριζε και αποδεχόταν τις εθνικές διαφορές και
ιδιομορφίες ως βάση για τη σύσταση και λειτουργία των πολιτικών κοινοτήτων: Στα τέλη του 19ου
αι., το κίνημα του εθνικισμού άρχισε να χάνει το φιλελεύθερο και διεθνιστικό
του χαρακτήρα, και να γίνεται συντηρητικότερο ακόμη και αντιδραστικό.
[λόγ. εθνικ(ός) -ισμός μτφρδ.
αγγλ. nationalism ή γαλλ. nationalisme]
Εθνισμός
Η άποψη που ενθαρρύνει την έκφραση και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης· η αφοσίωση των ατόμων στο έθνος στο οποίο ανήκουν, χωρίς όμως καμία διάθεση υποτίμησης ή περιφρόνησης άλλου έθνους· εθνισμός, πατριωτισμός.
Εθνισμός
Η άποψη που ενθαρρύνει την έκφραση και την καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης· η αφοσίωση των ατόμων στο έθνος στο οποίο ανήκουν, χωρίς όμως καμία διάθεση υποτίμησης ή περιφρόνησης άλλου έθνους· εθνισμός, πατριωτισμός.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
Ναζισμός ο
[nazizmós] :
η ιδεολογία του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού και το
καθεστώς που δημιούργησε: Aναβίωση
του ναζισμού.
[λόγ. < γαλλ. nazisme
& γερμ. Nazismus σύντμ. του Na(zional-So)z(ial)ismus `εθνικοσοσιαλισμός΄
(-isme, -ismus = -ισμός)]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
Φασισμός ο
[fasizmós] :
1. πολιτικοκοινωνικό σύστημα της άκρας δεξιάς, με έντονα αυταρχικό και
εθνικιστικό χαρακτήρα, που καταργεί τον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία και
βασίζεται στο μονοκομματισμό και στον ολοκληρωτισμό: Ο ~ αιματοκύλησε
την Ευρώπη. Δε θα περάσει ο ~!
2. (ιστ.) δικτατορικό καθεστώς που, με αρχηγό το
Mουσολίνι, επικράτησε στην Iταλία: Ο ιταλικός ~ κράτησε από
το 1922 ως το 1943.
3. χαρακτηρισμός αυταρχικής ενέργειας, πράξης ή καταπιεστικής, δεσποτικής συμπεριφοράς: Ο κοινωνικός / καθημερινός ~ του άντρα απέναντι στη γυναί κα / των γονιών απέναντι στο παιδί.
3. χαρακτηρισμός αυταρχικής ενέργειας, πράξης ή καταπιεστικής, δεσποτικής συμπεριφοράς: Ο κοινωνικός / καθημερινός ~ του άντρα απέναντι στη γυναί κα / των γονιών απέναντι στο παιδί.
[λόγ. < ιταλ. fascismo
(-ismo = -ισμός)]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλελευθερισμός ο [filelefθerizmós] Ο17 :
1. το σύνολο των ιδεών, των θεωριών και των αρχών με τις οποίες διακηρύσσεται η ελευθερία του ατόμου στο οικονομικό, στο πολιτικό και στο θρησκευτικό επίπεδο·
λιμπεραλισμός: Ο ~ ήρθε το 18ο αι. ως αντίδραση στους περιορισμούς του ατόμου από τη μεσαιωνική παράδοση. Πολιτικός / οικονομικός / θρησκευτικός ~.
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλελευθερισμός ο [filelefθerizmós] Ο17 :
1. το σύνολο των ιδεών, των θεωριών και των αρχών με τις οποίες διακηρύσσεται η ελευθερία του ατόμου στο οικονομικό, στο πολιτικό και στο θρησκευτικό επίπεδο·
λιμπεραλισμός: Ο ~ ήρθε το 18ο αι. ως αντίδραση στους περιορισμούς του ατόμου από τη μεσαιωνική παράδοση. Πολιτικός / οικονομικός / θρησκευτικός ~.
H ιδεολογία του φιλελευθερισμού στήριξε πολλές φορές απολυταρχικά καθεστώτα.
[λόγ. φιλελεύθερ(ος)2 -ισμός μτφρδ. αγγλ. liberalism]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κομμουνισμός ο
[komunizmós]:
κοινωνικοοικονομική θεωρία και σύστημα που πρεσβεύει την κατάργηση της ατομικής
ιδιοκτησίας και των κοινωνικών τάξεων, ως τελικό στάδιο του μετασχηματισμού της
κοινωνίας σε μια κοινωνία ισότητας:
Σοσιαλισμός ο [sosializmós]: κοινωνικοοικονομική θεωρία και σύστημα που πρεσβεύει την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής: Ουτοπικός* / επιστημονικός / υπαρκτός* ~.
[λόγ. < γαλλ. socialisme (-isme = -ισμός)]
Άραγε...
Άραγε...
- Γιατί ανέκαθεν από ιδρύσεως του Ελληνικού κράτους μας διακρίνει μια μορφή αναρχίας, όπως μας την παρουσιάζουν οι λόγιοι;
- Γιατί με το πρόσχημα της καταπολέμησης της αναρχίας - τρομοκρατίας (που έτσι & αλλιώς εφαρμόζεται από την κυβέρνηση πχ Σκουριές Χαλκιδικής) α)οι ΗΠΑ δεν "κατέλαβαν" ακόμη την εξουσία β) δεν τους "φώναξε" ο κάθε αντικαταστάτης του Σημίτη για να τους ξαναευχαριστήσει;
- Η λαϊκή κυριαρχία που ψηφίζει πρώτο κόμμα τους Κομμουνιστομπερδεμένους με καταλληλότερο πρωθυπουργό τον Σαμαρά, συνεχίζει να είναι λαϊκά κυρίαρχη παρ' όλη τη ψηφοθηρία* που τους κρατά στην εξουσία μεταπολεμικά;
- Εφόσον η εξουσία στηρίζετε στην ψηφοθηρία, πως είναι δυνατό να έχουμε δημοκρατικό πολίτευμα;
- Εθνικομπερδεμένος καλείται ή όχι αυτός που δηλώνει ότι είναι εθνικιστής, ενώ συμπεριφέρεται σαν φασίστας & υποστηρίζει ναζιστικό κόμμα που ουδεμία σχέση έχει με τον εθνικισμό που ενδεχομένως ανήκει ένας διεθνιστής - κομμουνιστής;
- Υπάρχει οπαδός ή & μέλος ακόμη κόμματος που γνωρίζει πραγματικά τι πρεσβεύει ο κομμουνισμός;
- Γιατί αν επιζητείται μια δίκαιη κατανομή του πλούτου, εθνική κυριαρχία, ιατρική περίθαλψη με φροντίδα της κοινωνίας, ο πλούτος της χώρας να χρήζει απόλαυσης από το σύνολο του λαού κλπ, ο κομμουνισμός παραμένει ένα απραγματοποίητο όνειρο... παγκοσμίως;
- Ποια η σχέση με το σοσιαλισμό του Πασοκ, της Δημαρ με τον κομμουνισμό ή έστω σοσιαλισμό, του Συριζα & με τα δύο, της ΝΔ με την δημοκρατία, της ΧΑ με τον εθνικισμό;
- Γιατί πρέπει στην Ελλάδα απαραίτητα ότι δηλώνεις να' σαι;
- Γιατί να περιμένουμε κάτι διαφορετικό από όσα μέχρι τώρα συνέβησαν, όταν οι δήθεν δυσαρεστημένοι, προσβεβλημένοι & μετανιωμένοι στελεχώνουν πλέον τα παρακλάδια όλων αυτών των "νέων" κομμάτων;
- Τι μας διασφαλίζει εάν επιλέξουμε να ψηφίσουμε μικρό κόμμα, ότι δεν θα εισχωρήσει η σάρα & η μάρα μέσα του, διαβρώνοντάς το;
- επιλέγουμε κόμματα & βουλευτές προσβλέποντας στο ατομικό & μόνο μας συμφέρον
- συνδυάζουμε μία εκδρομή με την ψήφο μας
- ψηφίζουμε διερευνώντας τη τελευταία στιγμή γνωστό όνομα (συνήθως ηθοποιό, αθλητή, δημοσιογράφο κλπ χωρίς όμως & να αξιολογούμε)
- ουσιαστικά αδιαφορούμε τόσο για τα πολιτικά όσο & για τα δημοσιονομικά δρώμενα
- αδιαφορούμε για τα όσα κοινά συμβαίνουν στον επαγγελματικό μας κλάδο, θαρρείς & επιδιώκουμε τη περαιτέρω διάβρωση του συνδικαλιστικού μας φορέα.
- Παρότι δε κάναμε ουδέποτε κάτι για τα προβλήματα του κλάδου μας, διαμαρτυρόμαστε διαρκώς επιδιώκοντας να βρούμε κάποιον να βγάζει το φίδι απ τη τρύπα, απλά & μόνο επειδή τον ψηφίσαμε για αυτό!
- η αδιαφορία στους χώρους δουλειάς, διαβρώνει το συνδικαλισμό σε όλες του τις βαθμίδες
- Διαβρωμένος συνδικαλισμός σημαίνει αχαλίνωτο άτι & όπου άτι εννοείται υπουργός (δε φταίνε μόνο αυτοί)
- αποτέλεσμα της αδιαφορίας μας είναι να εκλέγονται πολιτικοί άρχοντες έχοντας την στήριξη επιτήδειων ιδιοκτητών ραδιοφώνων, τηλεοράσεων, περιοδικών & εφημερίδων, οι οποίοι με γμώμονα το προσωπικό τους συμφέρον, εύκολα επηρεάζουν τη κοινή γνώμη...
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
*ψηφοθηρία η [psifoθiría] Ο25α : η προσπάθεια για προσέλκυση ψηφοφόρων με μεθόδους αθέμιτες, ηθικά επιλήψιμες (με υποσχέσεις, παροχή ανταλλαγμάτων κτλ.)· (πρβ. άγρα ψήφων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου